Η εμπειρία μου από την ερευνητική εργασία…

Πρόβλημα --> Λύση

Με τη λήξη του σχολικού έτους, ολοκλήρωσα την ερευνητική εργασία. Η πραγματικότητα είναι πως έκανα δύο ερευνητικές εργασίες: μία την οποία με κάποιες αλλαγές του ωρολογίου προγράμματος την ανέλαβα κάπου προς τα τέλη του Α Τετραμήνου και μία δεύτερη που έκανα εξολοκλήρου με τους μαθητές μου στο Β Τετράμηνο. Επειδή στην πρώτη ερευνητική εργασία είχα καθαρά ρόλο διαχειριστή δεν θα αναφερθώ καθόλου, αν και βλέποντας πως είχε σχεδιαστεί αποτέλεσε για μένα αφετηρία για να δω τι δεν πρέπει ή τι πρέπει να περιέχει η ερευνητική εργασία που θα έκανα στο Β Τετράμηνο.

Η εργασία που υλοποιήσαμε στο Β Τετράμηνο με τους μαθητές της Α Λυκείου είχε θέμα “Η Σεξουαλική Ζωή των Εφήβων”. Θα προσπαθήσω να περιγράψω τα διάφορα βήματα και πού νομίζω ότι πρέπει να δίνεται μεγάλη σημασία.

  1. Ενημέρωση για ερευνητική εργασία. Αρχικά η ομάδα ενημερώθηκε για το τι είναι η ερευνητική εργασία, πώς περίπου θα εργαστούμε, τους προέτρεψα να ξεχάσουν την εργασία με απλή βιβλιογραφική αναζήτηση και να επιλέξουν για τον εαυτό τους το ρόλο του ερευνητή. Ενημερώθηκαν αναλυτικά για το πώς θα γίνει η αξιολόγηση (δεν γνώριζαν τέτοια αναλυτικά θέματα, δεν είχαν ενημερωθεί ποτέ μέχρι τώρα): για τους τομείς αξιολόγησης και για τα ποσοστά που καθένας από αυτούς τους τομείς θα συμβάλλει στην τελική βαθμολογία. Σε αυτό με βοήθησε η πολύ καλή δουλειά που έχει κάνει συνάδελφος Μανώλης Αλισαβάκης και το όμορφο σχήμα του σχετικά με τα βασικά της ερευνητικής εργασίας καθώς και την αξιολόγηση.
  2. Επιλογή θέματος. Εδώ δεν είχα καμία εμπλοκή. Επέτρεψα στην Ολομέλεια να προτείνει όποιο θέμα ήθελε. Έτσι προέκυψαν 4-5 θέματα. Από αυτά τους είπα ότι θα πρέπει να αποκλείσουμε ένα θέμα στο οποίο δεν θα μπορούσα να τους βοηθήσω, αλλά και δεν μπορούσαμε να το συσχετίσουμε με κάποιο από τα αντικείμενα του ωρολογίου προγράμματος. Τα υπόλοιπα τέθηκαν σε ψηφοφορία και τελικά πλειοψήφησε αυτό με τον τίτλο “Σεξουαλική Ζωή των Εφήβων”. Επειδή κάποιοι δυσαρεστήθηκαν που δεν επιλέχθηκε το θέμα τους, προσπάθησα να τους εξηγήσω πως αυτό ήταν το πρώτο βήμα της ομαδικής μας δουλειάς και της συνεργασίας μας: εφόσον η ομάδα επέλεξε το συγκεκριμένο θέμα, όλοι πρέπει να εργαστούμε για αυτό. Τους εξήγησα, ότι πιθανόν στην επιλογή των υποθεμάτων θα τους δινόταν η δυνατότητα να εντοπίσουν κάτι για το οποίο θα είχαν ενδιαφέρον (όπως κι έγινε άλλωστε).
  3. Συγκρότηση υποομάδων. Τους άφησα να δημιουργήσουν μόνοι τις υποομάδες τους. Ήδη από την πρώτη ερευνητική εργασία είχα εντοπίσει κάποιες αδυναμίες σε ορισμένες ομάδες και ήλπιζα να μην συνεχίσουν να δουλεύουν μαζί αλλά να γίνει ανακατανομή των προσώπων. Όπως κι έγινε. Όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία έκανα έναν μικρό έλεγχο για να διαπιστώσω ότι σε κάθε ομάδα θα υπήρχε ένα τουλάχιστον άτομο που να μπορούσε να χρησιμοποιεί πολύ καλά τον υπολογιστή και να έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο. Όπως διαπίστωσα μόνο μία μαθήτρια δεν είχε αυτή τη δυνατότητα, οι υπόλοιποι ήταν εξοικειωμένοι. Σε κάθε υποομάδα είχε οριστεί ένας/μία “επικεφαλής”, που ουσιαστικά αναλάμβανε να οργανώνει την υποομάδα όταν υπήρχαν κάποια θέματα που αφορούσαν μία συγκεκριμένη υποομάδα.
  4. Επιλογή υποθέματος. Η κάθε υποομάδα θα έπρεπε να βρει κάτι πιο συγκεκριμένο για να ασχοληθεί. Τους ζήτησα να θέσουν ένα γενικό σκοπό για το υπόθεμα που ήθελαν να διαχειριστούν. Στη συνέχεια να εντοπίσουν επιμέρους στόχους. Αυτό το σημείο ήταν το πιο κομβικό για μένα, καθώς αν κάποια υποομάδα επέλεγε το ίδιο υπόθεμα θα έπρεπε να παρέμβω με κάποιο τρόπο για να μην υπάρξουν εντάσεις. Προς καλή μας τύχη, οι υποομάδες επέλεξαν τέσσερα διαφορετικά υποθέματα: ενημέρωση, γνώσεις, τρέχουσα κατάσταση, απόψεις. Σε κάποια σημεία οι στόχοι φάνηκε να αλληλεπικαλύπτονται, τους είδαμε, τους βελτιώσαμε στην ολομέλεια (όλα τα άτομα συμμετείχαν στη διαδικασία να βελτιωθούν οι επιμέρους στόχοι κάθε ομάδας) και καταλήξαμε κάθε υποομάδα με το δικό της θέμα, το δικό της σκοπό και τους δικούς της στόχους.
  5. Μεθοδολογία. Εδώ είχαμε ένα βασικό πρόβλημα: δεν γνωρίζανε τι ακριβώς είναι η μεθοδολογία και ποιά εργαλεία είναι διαθέσιμα. Δυστυχώς η εμπειρία τους ήταν μόνο μία βιβλιογραφική αναζήτηση. Προσπάθησα να τους αναπτύξω δύο ενδιαφέροντα ερευνητικά εργαλεία: το ερωτηματολόγιο και την συνέντευξη. Αρκετοί είχαν εμπλακεί με αυτά τα δύο ερευνητικά εργαλεία (όπως μου είπαν, σε δράσεις εκτός σχολείου), αλλά δεν είχαν κάνει μία συστημική ένταξή τους σε κάποια εργασία. Έτσι αφιερώσαμε δύο συναντήσεις στην ολομέλεια να τους εξηγήσω πώς κάνουμε ερωτηματολόγια, πώς κάνουμε συνεντεύξεις, πώς τα αποκωδικοποιούμε, τι είδους ερωτήσεων χρησιμοποιούμε, κ.τ.λ. Το βασικό που προσπάθησα να τους πείσω είναι πως κάθε ερώτημα του ερωτηματολογίου και κάθε ερώτηση της συνέντευξης θα πρέπει να συσχετίζεται με κάποιο στόχο, να δίνει δηλαδή απαντήσεις σε στόχους που έχουν θέσει στον υπόθεμά τους.
  6. Ερωτήσεις – Στόχοι: τρομερή αποκάλυψη. Οι μαθητές ήρθαν με καταπληκτικές ιδέες – ερωτήσεις, προκειμένου να καλύψουν τους στόχους του υποθέματός τους. Δεν έκανα καμία απολύτως παρέμβαση, άφησα τις όποιες ερωτήσεις έθεσαν επειδή προέκυπταν από τους στόχους που είχαν βάλει. Ακόμα και στην τελική παρουσίαση οι συνάδελφοι με ρωτούσαν αν αυτό το συνδυασμό ερώτηση – στόχος τα έκαναν μόνοι τους οι μαθητές ή ήταν δικά μου. Εννοείται πως δεν έκανα καμία παρέμβαση. Έτσι δημιουργήσαμε ένα ερωτηματολόγιο με περίπου 25 ερωτήσεις, όπου ήταν χωρισμένο σε ενότητες κάθε μία από τις οποίες περιείχε ερωτήσεις της κάθε υποομάδας.
  7. Δύσκολες ερωτήσεις. Από την παραπάνω διαδικασία και λόγω της ιδιαιτερότητας του θέματος προέκυψαν και ορισμένες προσωπικές – δύσκολες ερωτήσεις. Π.χ. μία ερώτηση ήταν αν ο/ ερωτώμενος/ερωτώμενη είχε σεξουαλικές επαφές. Επειδή το ερωτηματολόγιο απευθυνόταν σε άλλους μαθητές του σχολείου μας, η ερώτηση ήταν αρκετά προσωπική και θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδιέξοδο. Οπότε προέκυψε το δίλημμα: σβήνουμε την ερώτηση ή τη διατηρούμε και βρίσκουμε κάποιο άλλο τρόπο συλλογής των ερωτηματολογίων; Επειδή όπως είπα η ερώτηση προέκυπτε βάση κάποιου στόχου της ομάδας, θεώρησα πως αν την απέκλεια ουσιαστικά θα ανέτρεπα το σχήμα ερώτηση – στόχος και ίσως να μειωνόταν τον ενδιαφέρον των συμμετεχόντων. Έτσι, έθεσα το θέμα στην ολομέλεια και αποφασίσαμε να προστεθούν όλες οι ερωτήσεις και να αλλάξουμε τον τρόπο μοιράσματος και συλλογής των δεδομένων. Ανέλαβα ο ίδιος να επισκέπτομαι κάθε τμήμα, να δίνω τα ερωτηματολόγια, να ενημερώνω τους συμμετέχοντες για την ύπαρξη προσωπικών ερωτήσεων, να τους ενημερώνω για την εθελοντική τους συμμετοχή και την ανωνυμία του ερωτηματολογίου και να συλλέγω τα απαντημένα ερωτηματολόγια με τυχαία σειρά. Νομίζω πως έτσι εξασφαλίσαμε να υποβληθούν όλες οι ερωτήσεις και να πάρουμε πραγματικές απαντήσεις.
  8. Συναντήσεις ολομέλειας. Στις συναντήσεις μας ασχολούμασταν με τα εξής:
    1. Μαθαίναμε ζητήματα που είχαν να κάνουν με τη συγγραφή μίας εργασίας. Πώς πρέπει να γράφεται η βιβλιογραφία και τι σημαίνει αξιόπιστη πηγή πληροφόρησης; Πώς συντάσσουμε ερωτηματολόγια, πώς εξάγουμε τα δεδομένα, πως οπτικοποιούμε τις απαντήσεις με διαγράμματα και πώς εξάγουμε συμπεράσματα; Πώς υλοποιούμε μια ημιδομημένη συνέντευξη, πώς απευθυνόμαστε στον συνεντευξιαζόμενο, τι λαμβάνουμε υπόψη μας για μία αποτελεσματική συνέντευξη, πώς αποκωδικοποιούμε τα δεδομένα της συνέντευξης; Πώς πρέπει να είναι η δομή μίας εργασίας, ποιά στοιχεία έχουν ενδιαφέρον να υπάρχουν στην εισαγωγή, πώς θα πρέπει να ενσωματώνεται η βιβλιογραφία;
    2. Ενημερώσεις στην ολομέλεια για την εξέλιξη των εργασιών. Γινόταν μία σύνοψη της εργασίας που είχε αναλάβει κάθε άτομο ή κάθε ομάδα και ενημερωνόταν η ολομέλεια για το τι είχε γίνει. Εντοπίζαμε παραλείψεις, παρανοήσεις ή αδυναμίες που μπορεί να οφείλονταν είτε σε καθυστέρηση ολοκλήρωσης κάποιας εργασίας είτε σε μη κατανόηση του μέρους της εργασίας που είχε ο καθένας να ολοκληρώσει. Η βασική μου αρχή ήταν να θέτω το πρόβλημα στην ολομέλεια, να αναζητούμε κοινές λύσεις στα προβλήματα ενώ προσπαθούσα να είμαι όσο περισσότερο διαλλακτικός μπορούσα χωρίς όμως να αναιρώ τις αρχές υλοποίησης μίας ερευνητικής εργασίας.
    3. Οδηγίες για συνέχεια εργασιών. Δίνονταν οδηγίες, χρονοδιαγράμματα και εργασίες που θα έπρεπε να γίνουν μέχρι την επόμενη συνάντηση από κάποιο άτομο ή κάποια ομάδα. Σίγουρα δεν μπορούσε να γίνει όλη η εργασία στις συναντήσεις και έτσι ένα μέρος αναλάμβαναν να την υλοποιήσουν και στα σπίτια τους. Είχαμε ορίσει ένα άτομο ως πρακτικογράφο της ομάδας, ο/η οποίος/οποία κατέγραφε τις εργασίες που αναλάμβανε ο καθένας και τα κοινοποιούσα στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας ώστε όλοι να γνωρίζουμε τι έχουμε να κάνουμε.
    4. Ασκήσεις ενίσχυσης ομαδικότητας. Κάναμε διάφορα παιχνιδάκια ανά υποομάδες, με στόχο να ενισχυθεί η ομαδικότητα των συντελεστών των υποομάδων. Μου έκανε εντύπωση πόσο εύκολα με το παιχνίδι οι μαθητές αποκτούσαν το αίσθημα της ομάδας τους, την ανάγκη να συνεργαστούν προκειμένου η ομάδα τους να καταγράψει την υψηλότερη επίδοση. Νομίζω αυτό βοήθησε πολύ να ενισχυθεί η ομαδικότητα στις υποομάδες, ενώ για να ενισχυθεί η ομαδικότητα στην ολομέλεια βοήθησε το γεγονός πως για διάφορες αποφάσεις ή προβλήματα που προέκυπταν τα έφερνα πάντα στην ολομέλεια και περίμενα να πάρουμε μία συλλογική απόφαση.
  9. Ομαδικές – ατομικές εργασίες. Ταυτόχρονα το τμήμα της ολομέλειας αναλάμβανε να κάνει κάποιες ατομικές και κάποιες ομαδικές εργασίες. Προσπαθούσα οι ατομικές εργασίες να συνταιριάζουν με το στάδιο που βρισκόμασταν, έτσι ώστε να υπάρχει μία λογική ροή κειμένων και περιεχομένου. Δεν επέλεξα να μου γράφουν μακροσκελή κείμενα για ατομικές εργασίες. Ήθελα πρωτότυπα δικά τους κείμενα. Έτσι ένας/μία από κάθε ομάδα ανέλαβε να γράψε στοιχεία σχετικά με τη μεθοδολογία που θα ακολουθούσε η ομάδα τους, τους στόχους, τα ερευνητικά ερωτήματα, τις υποθέσεις. Άλλοι ανέλαβαν να γράψουν την εισαγωγή της εργασίας, να βρουν βιβλιογραφικά στοιχεία που να σχετίζονται με την εργασία μας και να συντάξουν κείμενα που να ενισχύεται από βιβλιογραφικά δεδομένα. Στις ομάδες που υλοποίησαν συνέντευξη, τους έβαλα να γράψουν στοιχεία για τη συνέντευξη: πώς την κάνανε, πόσο ικανοποιημένοι ήταν από τη συνέντευξη, να την μεταφέρουν σε γραπτή μορφή, να την αποκωδικοποιήσουν. Ταυτόχρονα τρέχανε διάφορες ομαδικές εργασίες, όπως η καταγραφή των δεδομένων από τα συμπληρωμένα ερωτηματολόγια, η παραγωγή των ποσοστών που αντιστοιχούσαν σε κάθε απάντηση, η δημιουργία διαγραμμάτων, κ.ά. Έτσι κάθε άτομο της ολομέλειας είχε κάνει τουλάχιστον μία ομαδική εργασία και είχε συμμετάσχει σε διάφορες ομαδικές.
  10. Χρόνος. Οι συναντήσεις μας και η εργασία μας έγινε σε 8 δίωρα. Θεωρώ αυτό το χρονικό διάστημα πολύ μικρό για να μπορέσει να γίνει ο παραπάνω όγκος εργασίας. Όμως τα καταφέραμε και κάναμε και την παρουσίασή μας. Κι αυτό έγινε επειδή μέρος της εργασίας γινόταν στο σπίτι αλλά και επειδή συνεργαστήκαμε διαδικτυακά μέσω μίας πλατφόρμας τηλεκπαίδευσης.
  11. Πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης Moodle. Παραμετροποίησα ένα ηλεκτρονικό μάθημα της πλατφόρμας τηλεκπαίδευσης, προσαρμόζοντάς το για να οργανωθεί, σχεδιαστεί και υλοποιηθεί μία ερευνητική εργασία. Οι μαθητές απέκτησαν πρόσβαση στη διαδικτυακή πλατφόρμα http://e-school.biologia.gr/ όπου συνεργαζόμασταν για να υλοποιήσουμε την εργασία μας. Εκεί αναρτούσαμε τις εργασίες που κάνανε οι μαθητές, ορίζονταν χρονοδιαγράμματα, δίνονταν πληροφορίες και οδηγίες για την καλύτερη υλοποίηση της εργασίας, υπήρχε φόρουμ συζητήσεων όπου οι μαθητές λάμβαναν άμεσες απαντήσεις για τις όποιες απορίες σχετικά με την υλοποίηση της ερευνητικής εργασίας… Υπήρχε ένα οργανωτικό πλαίσιο που θα έπρεπε όλοι να ακολουθούμε: τα πάντα καταγράφονταν μέσα στην πλατφόρμα και έτσι ο καθένας ποτέ δεν ξεχνούσε τι έπρεπε να κάνει. Ορίζονταν καταληκτικές ημερομηνίες στις οποίες έπρεπε να υποβληθούν οι εργασίες, με μία προοπτική να αξιολογηθούν σε πρώτο επίπεδο και να επιστραφούν στους μαθητές για διορθώσεις και επανυποβολή. Νομίζω πως η χρήση αυτής της πλατφόρμας μας βοήθησε πάρα πολύ, να οργανωθούμε και να μην πελαγοδρομούμε ανάμεσα στο “δεν κατάλαβα τι έπρεπε να κάνω” και στο “δεν ήξερα”. Εκτιμώ πως χωρίς την αλληλεπίδραση μέσα από την πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης δεν θα μπορούσαμε να υλοποιήσουμε την ερευνητική μας εργασία σε 8 δίωρα.
  12. Πιλοτική έρευνα. Προκειμένου να κατανοήσουν τη δυναμική του ερωτηματολογίου, κάναμε και μία πιλοτική έρευνα πριν δώσουμε την τελική μορφή του ερωτηματολογίου. Το ερωτηματολόγιο μοιράστηκε σε 11 μαθητές, οι οποίοι μας το επέστρεψαν με διάφορες παρατηρήσεις, προτάσεις για προσθήκες ή αφαιρέσεις. Πάλι η ολομέλεια αποφάσισε ποιές από αυτές τις προτάσεις/παρατηρήσεις θα λάμβανε υπόψη ενώ κατανοήθηκε πως και η ερευνητική εργασία είναι μία δυναμική δουλειά που με τις ανατροφοδοτήσεις και τις συζητήσεις μπορεί να αλλάζει κατευθύνσεις.
  13. Παρουσίαση. Κάθε άτομο της ομάδας, ανάλογα με το αντικείμενο που είχε ασχοληθεί στις ατομικές ή ομαδικές εργασίες θα έπρεπε να υποβάλλει κάποιες διαφάνειες για παρουσίαση. Κι εδώ δεν υπήρχε αυστηρότητα από τεχνικής πλευράς: αν κάποιος ή κάποια δεν ήξερε να δημιουργεί διαφάνειες τότε απλά μας έστελνε το περιεχόμενο των διαφανειών κάποιος/κάποια από την ολομέλεια αναλάμβανε να φτιάξει τις διαφάνειες. Νομίζω πως ένα από τα κέρδη ήταν πως παρά το γεγονός ότι είχαμε δημιουργήσει υποομάδες, υπήρχε κι ένα δέσιμο ως συνολικής ομάδας οπότε όταν προέκυπτε κάποιο πρόβλημα έθετα το πρόβλημα στην ολομέλεια ζητώντας λύση από τους μαθητές. Στην παρουσίαση συμμετείχαν όλοι οι μαθητές, καθένας αναλάμβανε να πει 4-5 διαφάνειες, αυτές που είχε φτιάξει. Ακόμα και οι πιο “δειλοί” μαθητές πείστηκαν να μιλήσουν μπροστά στο κοινό και θεωρώ τρομερά μεγάλο όφελος για αυτούς αυτή την εμπειρία.
  14. Αξιολόγηση μαθητών. Εδώ αξιολόγησα τόσο ατομικές όσο και ομαδικές εργασίες. Η πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης Moodle μου έδινε τη δυνατότητα να καταγράφω συμμετοχές των μαθητών σε διάφορα θέματα, οπότε μπορούσα να εξάγω συμπεράσματα για την εμπλοκή τους σε διάφορα θέματα της εργασίας. Αξιολόγησα επίσης την παρουσία τους κατά τη διάρκεια της δημόσιας παρουσίασης της εργασίας μας, ενώ δεν παρέλειψα να λάβω υπόψη μου και τη συνέπεια στην υλοποίηση των εργασιών που αναλάμβαναν. Επίσης έλαβα υπόψη μου θέματα που είχαν να κάνουν με τη δομή και το περιεχόμενο της ατομικής εργασίας καθώς και την εμπλοκή του/της καθενός/καθεμία στις ομαδικές.
  15. Αξιολόγηση ερευνητικής εργασίας. Κάθε τρεις εβδομάδες κάθε μέλος είχε να συμπληρώσει δύο ερωτηματολόγια μέσα στην πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης: ένα για αξιολόγηση της υποομάδας και ένα για αξιολόγηση της συμμετοχής (όπως ορίζει το έγγραφο για τις ερευνητικές εργασίες). Στο τέλος τους δόθηκαν δύο επιπλέον ερωτηματολόγια: αξιολόγησης συνολικά της ερευνητικής εργασίας και αξιολόγησης της πλατφόρμας τηλεκπαίδευσης.

Συνοψίζοντας, νομίζω πως μία επιτυχημένη ερευνητική εργασία θα πρέπει να έχει τα εξής στοιχεία:

  1. Να γίνει απόλυτα κατανοητό στους μαθητές η διαδικασία και ο τρόπος αξιολόγησής της. Όσο υποβαθμίζουμε τη διαδικασία αξιολόγησης στην ερευνητική διαδικασία, τόσο λιγότερη αποτελεσματική θα είναι η εμπλοκή των μαθητών.
  2. Να είναι μία πρωτότυπη δουλειά που θα ενεργοποιεί τους μαθητές. Αντιλαμβάνομαι πως μία τέτοια επιλογή είναι αρκετά επίπονη για τον εκπαιδευτικό αφού πρέπει να ενεργοποιεί τη δημιουργικότητά σου για κάθε συνάντηση, αλλά αυτό νομίζω πως είναι κι ένα από τα σημαντικότερα οφέλη για εμάς από αυτή την εμπλοκή μας.
  3. Νομίζω πως για να μην υπάρχει τρομερή πίεση, θα πρέπει η ερευνητική εργασία να είχε επιλεχθεί να υλοποιηθεί σε δύο τετράμηνα. Ίσως είναι καλό να επιλέγεται από την αρχή η υλοποίηση σε δύο τετράμηνα, ώστε να μπορεί κάποιος να ενεργοποιήσει το τμήματα και να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
  4. Είμαι πεπεισμένος πως η επιλογή του θέματος έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Σίγουρα το θέμα θα πρέπει να είναι κάτι που να είναι σχετικό με τα ενδιαφέροντα των μαθητών αλλά και του εμπλεκόμενου εκπαιδευτικού, όμως νομίζω πως το ζητούμενο είναι η διαδικασία. Οι μαθητές θα πρέπει να εμπλακούν σε μία πρωτότυπη ερευνητική διαδικασία, να νοιώσουν την ικανοποίηση παραγωγής κάποιας καινούριας γνώσης και την ομορφιά διάχυσής της στο ευρύτερο κοινό.
  5. Η παρουσίαση σε ευρύτερο κοινό θα πρέπει να ξεκαθαρίζεται από την αρχή, πως είναι από τις απαιτήσεις της εργασίας και συνδέεται με την τελική αξιολόγηση των μαθητών. Δεν θα πρέπει να εμφανίζεται ως μία επιλογή, αλλά ως μία απαιτούμενη βεβαιότητα.

Αφήστε μια απάντηση